financetrends.gr

Τα μαγκρόβια δάση αποδεικνύονται ανθεκτικά στους τυφώνες

Τα μαγκρόβια δάση, τα οποία αναπτύσσονται συνήθως σε υφάλμυρο νερό στις όχθες των ποταμών, συγκρατώντας το νερό και αποτρέποντας τα πλημμυρικά φαινόμενα φαίνεται να απειλούνται από την ανθρώπινη δραστηριότητα και την κλιματική αλλαγή, παρότι πολύτιμα για την ισορροπία του οικοσυστήματος, εφόσον λειτουργούν ως ενδιαίτημα για δεκάδες είδη και δεσμεύουν διοξείδιο του άνθρακα. Μια νέα έρευνα από το Τμήμα Περιβάλλοντος του Πανεπιστημίου του Γέιλ αναδεικνύει μία πτυχή που οι επιστήμονες δεν είχαν εκτιμήσει, σύμφωνα με την οποία τα μαγκρόβια δάση αποδεικνύονται ανθεκτικότερα στις τροπικές καταιγίδες και τους τυφώνες συγκριτικά με ό,τι θεωρούσαν παλαιότερα οι ειδικοί. Στο εύρημα αυτό κατέληξε ανάλυση των μαγκρόβιων δασών του Εθνικού Πάρκου Έβεργκλεϊντς της νότιας Φλόριντα μετά τους τυφώνες Ίρμα το 2017 και Βίλμα το 2005. Ο ερευνητές, υπολογίζοντας το ποσοστό του διοξειδίου που ανακτήθηκε μετά τους τυφώνες, δεδομένου ότι τα δάση λειτουργούν σαν φυσική δεξαμενή για την αποθήκευση άνθρακα, συγκρατώντας τον άνθρακα τόσο στη βλάστηση, όσο και στο έδαφος, διαπίστωσαν ότι συνεισφέρουν στο 10%–15% της συνολικής αποθήκευσης άνθρακα στα παράκτια ιζήματα. Διαπίστωσαν ότι ανέκτησαν όλο τον άνθρακα που χάθηκε κατά τη διάρκεια των τυφώνων σε διάστημα τεσσάρων ετών, υποδηλώνοντας ότι το οικοσύστημα εξακολουθεί να είναι σημαντική δεξαμενή. Δείτε επίσης: Convert GROUP & Circana: Νέα συνεργασία με φόντο το ελληνικό eCommerce Σύμφωνα με τη μελέτη: «Ενώ οι καταιγίδες υψηλής έντασης θα μπορούσαν να έχουν παρατεταμένες επιπτώσεις στη δομή των υποτροπικών δασών, η γρήγορη ανάκαμψη της κομοστέγης υποδηλώνει ότι αυτά τα οικοσυστήματα θα παραμείνουν ισχυρές δεξαμενές άνθρακα.» Οι ερευνητές ανέλυσαν δεδομένα ετών πριν και μετά τους τυφώνες και δορυφορικές εικόνες, προκειμένου να υπολογίσουν το ποσοστό: «Παρότι είναι σημαντικά για την ικανότητά τους να δεσμεύουν άνθρακα, τα μαγκρόβια δάση συγκαταλέγονται στα πιο απειλούμενα και ταχέως εξαφανιζόμενα παράκτια περιβάλλοντα παγκοσμίως. Περισσότερο από το 35% των μαγκρόβιων δασών έχουν υποβαθμιστεί ή χαθεί τις τελευταίες δύο δεκαετίες λόγω ανθρωπογενών δραστηριοτήτων.» Σύμφωνα με την Σπαρκλ Μαλόουν, ερευνήτρια και καθηγήτρια στο Κέντρο Φυσικής Δέσμευσης Άνθρακα του Γέιλ, που αναφέρθηκε στα δάση του υδροβιότοπου Έβεργκλεϊντς, «τα μαγκρόβια δάση έχουν την ικανότητα να δεσμεύουν τον άνθρακα που χάνεται εξαιτίας των τυφώνων σχετικά γρήγορα». Η ειδικός μίλησε μάλιστα, για «εκπληκτικό βαθμό ανθεκτικότητας», προσθέτοντας ότι θα συνεχίσουν να είναι ανθεκτικά στους τύπους διαταραχών που αναμένονται στο μέλλον, κάτι που καθησυχάζει και αναδεικνύει την αξία των προσπαθειών αποκατάστασης. Μπορεί να σας ενδιαφέρει: Θαλάσσια κρίση: Οι αχινοί εκτοπίζουν τα κοράλλια

Μποτιλιάρισμα και ενέργεια: Όταν η κυκλοφορία γίνεται ενεργοβόρα

Η αύξηση της θερμοκρασίας και το γνωστό ”μποτιλιάρισμα” στους ασφυκτικά γεμάτους δρόμους τους καλοκαιρινούς μήνες μέσα στην πόλη, αποκτά ιδιαίτερη ενεργειακή σημασία. Η κυκλοφοριακή συμφόρηση συνδέεται άμεσα με αυξημένη κατανάλωση καυσίμων, μεγαλύτερες εκπομπές ρύπων και επιβάρυνση του ηλεκτρικού δικτύου, με δεδομένη την εκτεταμένη χρήση κλιματισμού (air condition) στα οχήματα. Ένα όχημα που βρίσκεται ακινητοποιημένο για αρκετά λεπτά ή συνεχώς σταματά και ξεκινά συνεχίζει να καταναλώνει καύσιμα, ειδικά όταν ο κινητήρας παραμένει ενεργός για τη λειτουργία του air condition. Ένα αυτοκίνητο μπορεί να καταναλώνει έως και ένα λίτρο καυσίμου ανά ώρα, όταν είναι στο ρελαντί, με την κατανάλωση να αυξάνεται σημαντικά αν λειτουργεί και το κλιματιστικό, σύμφωνα με στοιχεία του Υπουργείου Ενέργειας των ΗΠΑ. Δείτε επίσης: Νέος Executive Director στη Διεύθυνση Ενέργειας του United Group ο Ante Smokrović Η λειτουργία του κλιματιστικού επιβαρύνει περαιτέρω τον κινητήρα και αυξάνει την κατανάλωση, ιδιαίτερα σε συνθήκες χαμηλής ταχύτητας ή ακινησίας – όπως καταδεικνύουν μελέτες που εξετάζουν την κατανάλωση καυσίμου σε πραγματικές συνθήκες οδήγησης. Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Περιβάλλοντος (EEA), η υπερθέρμανση των πόλεων οδηγεί σε μεγαλύτερη χρήση ψύξης και αναπότρεπτα σε ενεργειακή επιβάρυνση. Το φαινόμενο επιδεινώνεται από την «αστική θερμική νησίδα», όπου οι θερμοκρασίες σε πυκνοδομημένες περιοχές είναι αισθητά υψηλότερες από τα προάστια. Μάλιστα τα πράγματα επιδεινώνονται, εφόσον η παγκόσμια χρήση κλιματιστικών αναμένεται να τριπλασιαστεί μέχρι το 2050, ενώ οι πόλεις ασφαλώς αποτελούν τα πιο ευάλωτα σημεία λόγω πυκνότητας και αυξημένης ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας. Η αποφυγή ενδεχομένως των μετακινήσεων στις ώρες αιχμής, η χρήση μέσων μαζικής μεταφοράς ή ποδηλάτου και η σωστή συντήρηση του οχήματος μπορούν να μειώσουν αρνητικό ενεργειακό αποτύπωμα. Ας μην ξεχνάμε τα νεότερα υβριδικά και ηλεκτρικά οχήματα που ενσωματώνουν πιο αποδοτικά συστήματα ψύξης, περιορίζοντας τις απώλειες ενέργειας. θΑ μπορούσαμε ενδεχομένως, ακολουθώντας τις επισημάνσεις της Ημέρας για το Περιβάλλον (5 Ιουνίου) να αλλάξουμε μικρές καθημερινές συνήθειες, και να συμβάλουμε ουσιαστικά στην προστασία του πλανήτη. Μπορεί να σας ενδιαφέρει: Η Μολδαβία καταθέτει νέο νόμο με στόχο την ενεργειακή απόδοση

Θαλάσσια κρίση: Οι αχινοί εκτοπίζουν τα κοράλλια

Οι κοραλλιογενείς ύφαλοι απειλούνται με συρρίκνωση, καλούμενοι αντιμετωπίσουν και να προσαρμοστούν στην κλιματική αλλαγή, ήτοι την αύξηση της θερμοκρασίας των θαλασσών, τη ρύπανση, την ανθρώπινη παρέμβαση, τις χημικές ουσίες που διοχετεύονται στους ωκεανούς, απειλές που αναμφίβολα κλονίζουν την υπάρχουσα ισορροπία, εφόσον πολυπληθείς αποικίες αχινών σε υφάλους στη Χαβάη εμποδίζουν την ανάκαμψή τους. Σύμφωνα με μελέτη δημοσιευμένη στο PLOS One που διεξήχθη από το Κρατικό Πανεπιστήμιο της Βόρειας Καρολίνας NC State, το φαινόμενο παρατηρείται έντονα στον κόλπο Χοναουνάου της Χαβάης. Βασική αιτία, πιθανώς η υπεραλίευση, καθώς με τον περιορισμό των ψαριών που τρέφονται με αχινούς, ευνοείται η αύξηση του πληθυσμού τους. Συγκεκριμένα τα εχινοειδή με το χαρακτηριστικό κέλυφος καταναλώνουν τον ύφαλο, ο οποίος ήδη αντιμετωπίζει δυσκολία να αναπτυχθεί ομαλά. Οι ερευνητές συγκεντρώνοντας δεδομένα από το σημείο, σε συνδυασμό με εικόνες από αέρος, κατέληξαν ότι ο ύφαλος θα έπρεπε να καλύπτεται κατά μέσο όρο από κοράλλια σε ποσοστό 26% για να εξισορροπήσει τον ρυθμό διάβρωσης από τους αχινούς, ενώ για να αναπτυχθεί σωστά θα πρέπει να καλύπτεται ως 40%, ποσοστά ωστόσο που δεν συναντώνται στον ύφαλο. Δείτε επίσης: Ρομπότ χωρίς συναρμολόγηση: Η νέα καινοτομία του Πανεπιστημίου Εδιμβούργου Ειδικότερα η ανάπτυξη των υφάλων συναρτάται ως προς την καθαρή παραγωγή ανθρακικού άλατος, δηλαδή της ποσότητας ανθρακικού ασβεστίου που παράγεται σε ένα τετραγωνικό μέτρο σε διάστημα ενός έτους. Παλαιότερη μελέτη τη δεκαετία του 1980 στην περιοχή, για έναν υγιώς αναπτυσσόμενο ύφαλο, είχε καταγράψει παραγωγή ανθρακικού άλατος περίπου 15 κιλά ανά τετραγωνικό μέτρο. Στον ύφαλο του κόλπου Χοναουνάου όμως καταγράφηκε παραγωγή μόλις 0,5 κιλών ανά τετραγωνικό μέτρο, αποδεικνύοντας έναν πολύ αργό ρυθμό ανάπτυξης. Η επικεφαλής της έρευνας, Κέλι βαν Βόεσικ, εξηγώντας ότι εφόσον οι ύφαλοι δεν μπορούν να συμβαδίσουν με τη διάβρωση χωρίς τη βοήθεια των φυσικών θηρευτών και όντας απαραίτητοι για την προστασία των νησιών που περιβάλλουν, προειδοποίησε ότι αν δεν ληφθούν αμέσως τα κατάλληλα μέτρα, υπάρχει κίνδυνος ανεπίστρεπτης καταστροφής: «Η αλιεία σε αυτές τις περιοχές έχει μειώσει σημαντικά τον αριθμό των ψαριών που τρέφονται με τους αχινούς και έτσι οι πληθυσμοί τους έχουν αυξηθεί σημαντικά. Βλέπουμε σημεία όπου υπάρχουν περίπου 51 αχινοί ανά τετραγωνικό μέτρο, από τις υψηλότερες πυκνότητες πληθυσμού αχινών οπουδήποτε στον κόσμο.» Ας σημειωθεί ότι σε περιοχές όπως ο κόλπος Χοναουνάου, οι κοραλλιογενείς ύφαλοι παρέχουν προστασία από τη διάβρωση, εφόσον απορροφούν έως και το 97% της ενέργειας των κυμάτων και παράλληλα, ενισχύουν τις τοπικές οικονομίες. Κατά συνέπεια η ανάπτυξη στρατηγικής για τη διατήρησή τους και τη διαχείριση της αλιείας, με στόχο την αποκατάστασή τους κρίνεται σήμερα κάτι παραπάνω από αναγκαία. Μπορεί να σας ενδιαφέρει: Ποιες προσαρμογές χρειάζονται τα θαλασσινά λόγω της κλιματικής αλλαγής

Παγκόσμια μελέτη υπογραμμίζει την οικολογική αξία επιστροφής των ζώων στις πόλεις

Μια νέα παγκόσμια μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Bioscience, με επικεφαλής τον Δρ Πάτρικ Φίνερτι από το Πανεπιστήμιο του Σίδνεϊ επισημαίνει την αυξανόμενη σημασία αναδιαμόρφωσης των πόλεων με την επαναφορά αυτοφυών ζωικών ειδών, τονίζοντας την οικολογική και κοινωνική αξία της επιστροφής ζώων όπως οι κάστορες, και οι βάτραχοι στα αστικά περιβάλλοντα, βελτιώνοντας τη βιοποικιλότητα, τη ψυχική υγεία και την περιβαλλοντική διαχείριση. Παρότι οι περισσότερες πρωτοβουλίες για τη διατήρηση των πόλεων επικεντρώνονται σε μεγάλο βαθμό στην αύξηση της βλάστησης, η διενεργηθείσα μελέτη κατέδειξε ότι σε πάνω από 2.800 επιστημονικές εργασίες, λιγότερες από το 1% ασχολήθηκαν με την επανεξέταση της χερσαίας πανίδας στις πόλεις. Η άγρια ζωή επιστρέφει στις πόλεις Ας απαριθμήσουμε ορισμένα παραδείγματα επιτυχημένων έργων αστικής αναδημιουργίας, ειδών που φαίνεται να εμπλουτίζουν τη βιοποικιλότητα και να ενισχύουν τις ανθρώπινες συνδέσεις με τη φύση: επιστροφή των καστόρων στο Λονδίνο το 2023 μετά από 400 χρόνια, την επαναφορά λεοπάρδαλης στο Λας Βέγκας, την αναπαραγωγή πιθήκων howler στο Ρίο ντε Τζανέιρο και την επιστροφή του ανατολικού κέρατου στη Σιγκαπούρη. Στην Αυστραλία, οι πληθυσμοί πλατύποδων ανακάμπτουν σε αστικές παραμεθόριες περιοχές κοντά στο Σίδνεϊ, ματαιώνοντας εν μέρει αυτό που οι ερευνητές ονομάζουν «διαταραχή έλλειψης φύσης». Οι συγγραφείς τονίζουν ότι η αστική ανάπτυξη πρέπει να δίνει προτεραιότητα στην οικολογική αποκατάσταση. Δείτε επίσης: Νέα απευθείας σύνδεση Σαντορίνη – Κωνσταντινούπολη από την Aegean Η μελέτη υπογραμμίζει ότι, εφόσον σύμφωνα με τις προβλέψεις σχεδόν το 70% του παγκόσμιου πληθυσμού θα ζει σε πόλεις μέχρι το 2050, η αστική επέκταση -ιδιαίτερα σε περιοχές, όπως η Αφρική και η Ασία- χωρίς τις ανάλογες προσεκτικές παρεμβάσεις, κινδυνεύει να εξαλείψει τα εναπομείναντα φυσικά ενδιαιτήματα. Αυτό σημαίνει ότι η αστική αναδημιουργία εξαρτάται από τον ενδελεχή σχεδιασμό, τη συμμετοχή της κοινότητας και την αντιμετώπιση των βαθύτερων αιτιών της μείωσης των ειδών, όπως η καταστροφή των ενδιαιτημάτων και τα χωροκατακτητικά αρπακτικά. Ως επιτυχές παράδειγμα αναφέρεται η επαναφορά των ανατολικών πυγμαίων πόσουμ στο Σίδνεϊ, που συμπεριέλαβε πρωτίστως τη διαχείριση των θηρευτών. Η έρευνα καταλήγει στην παραδοχή ότι η ενσωμάτωση της άγριας ζωής στα αστικά τοπία αποτελεί μια ζωτική ευκαιρία για την οικοδόμηση πιο υγιών και ανθεκτικών πόλεων που υποστηρίζουν τόσο τους ανθρώπους όσο και τη φύση. Η αστική ανασυγκρότηση προφανώς δεν αφορά μόνο τα ζώα, αλλά στρέφεται κυρίως προς την αποκατάσταση της ισορροπίας και τον εμπλουτισμό της ανθρώπινης εμπειρίας σε έναν ολοένα και περισσότερο αστικοποιημένο κόσμο. Μπορεί να σας ενδιαφέρει: Αγροτική οικονομία σε κίνδυνο λόγω κλιματικής αλλαγής

Αγροτική οικονομία σε κίνδυνο λόγω κλιματικής αλλαγής

Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση της ΕΕ, ο αγροτικός τομέας της Ευρωπαϊκής Ένωσης υφίσταται ζημιές ύψους 28,3 δισ. ευρώ ετησίως, εξαιτίας των ολοένα και πιο έντονων καιρικών φαινομένων που προκαλεί η κλιματική αλλαγή, ποσό που αντιστοιχεί στο 6% περίπου της συνολικής αξίας παραγωγής φυτικής και ζωικής προέλευσης. Η μελέτη, την οποία συνέταξε η εταιρεία ασφαλιστικών μεσιτών Howden σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ), καταλήγει ότι μόνο το 20% έως 30% των ζημιών αποζημιώνεται μέσω ασφαλιστικών μηχανισμών, πράγμα που σημαίνει ότι η πλειονότητα των αγροτών παραμένει ακάλυπτη. Σημειώνεται ότι ο Επίτροπος Γεωργίας της ΕΕ, Κρίστοφ Χάνσεν, παρότρυνε τα κράτη μέλη να αξιοποιήσουν τις διαθέσιμες αγροτικές ενισχύσεις της ΕΕ, απέναντι στους κλιματικούς κινδύνους. Άλλως, οι μέσες απώλειες καλλιεργειών μπορεί να αυξηθούν έως και 66% έως το 2050, με τις ξηρασίες να ευθύνονται για την πλειονότητα των καταστροφών. Δείτε επίσης: Η ASBIS Hellas Επίσημος Διανομέας ASUS (ISG) στην Ελλάδα Η Νότια Ευρώπη συγκαταλέγεται στις πλέον ευάλωτες περιοχές Ειδικότερα Ισπανία και Ιταλία, οι δύο βασικές αγροτικές οικονομίες της Νότιας Ευρώπης, χαρακτηρίζονται ως ιδιαίτερα ευάλωτες, με πιθανές απώλειες που θα μπορούσαν να ανέλθουν έως και στα 20 δισ. ευρώ. Η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων επιδιώκει να χρησιμοποιήσει τα πορίσματα της έκθεσης για να καθοδηγήσει τις μελλοντικές της επενδυτικές παρεμβάσεις στον αγροτικό τομέα, προωθώντας δράσεις όπως έργα άρδευσης, παροχή δανείων και εγγυήσεις για παραγωγούς, ενώ σχεδιάζεται αύξηση των δαπανών για υδάτινα έργα. Ταυτόχρονα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξήγγειλε απλοποίηση περιβαλλοντικών όρων για τις γεωργικές επιδοτήσεις και κατέθεσε προτάσεις για νέους κανονισμούς ταχύτερης καταβολής έκτακτης ενίσχυσης σε πληγέντες αγρότες από φυσικές καταστροφές. Μπορεί να σας ενδιαφέρει: Helleniq Energy: Ενίσχυσε τη συνεργασία της με το Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής

Η μακροχρόνια ξηρασία στον Αμαζόνιο μπορεί να αλλάξει ριζικά το τροπικό δάσος

Έρευνα που διεξήχθη από το Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου σε συνεργασία με Ομοσπονδιακό Πανεπιστήμιο της Πάρα στη Βραζιλία, κατέδειξε ότι το τροπικό δάσος του Αμαζονίου θα καταφέρει να επιβιώσει από τις σοβαρές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, να αντεπεξέλθει στην παρατεταμένη ξηρασία, ωστόσο θα υποστεί τις δραματικές επιπτώσεις και ριζικές αλλαγές, μεταξύ των οποίων η απώλεια μεγάλων δέντρων και η αδυναμία δέσμευσης άνθρακα. Με βάση παλαιότερες μελέτες ο συνδυασμός υψηλών θερμοκρασιών, ξηρασίας και αποψίλωσης θα μπορούσε να οδηγήσει σε υποβάθμιση του καταπράσινου τροπικού δάσους σε ένα αραιότερο δάσος ή ακόμη και σαβάνα. Τα ευρήματα της έρευνας του βρετανικού πανεπιστημίου αποκαλύπτουν βαθύτερες αλλαγές που θα μπορούσε να υποστεί ο Αμαζόνιος. Πείραμα που πραγματοποιήθηκε στα βορειοανατολικά του Αμαζονίου έδειξε ότι η ξηρασία θα πλήξει ανεπανόρθωτα το δάσος. Συγκεκριμένα, οι ερευνητές τοποθέτησαν διάφανα πάνελ πάνω από το έδαφος για να ανακατευθύνουν περίπου το ήμισυ της βροχόπτωσης σε ένα σύστημα υδρορροών, απομακρύνοντάς την από τα δέντρα. Δείτε επίσης: Στροφή της Ελλάδας στη διαστημική τεχνολογία με νέες συμμαχίες Τα περισσότερα από τα μεγαλύτερα δέντρα της περιοχής πέθαναν κατά τη διάρκεια των πρώτων 15 ετών του πειράματος. Για τα επτά χρόνια μετά τις μεγάλες αρχικές απώλειες βιομάζας, η διαθεσιμότητα νερού αυξήθηκε για τα επιζώντα δέντρα, ενώ τα εναπομείναντα δέντρα έδειξαν ότι δεν υπέφεραν πλέον περισσότερο από την ξηρασία από εκείνα που δεν υπέστησαν ξηρασία. Η περιοχή έχασε περισσότερο από το 1/3 της συνολικής βιομάζας της – κορμοί, κλαδιά, μίσχοι και ρίζες, όπου αποθηκεύεται ο άνθρακας. Μία εκτεταμένη απώλεια σε όλη την περιοχή θα απελευθέρωνε τεράστιες ποσότητες άνθρακα και θα μείωνε σημαντικά την ικανότητα του δάσους να λειτουργεί ως δεξαμενή εκπομπών. Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι, ενώ η περιοχή έχει λιγότερη ξυλώδη βιομάζα από τα κανονικά τροπικά δάση στον Αμαζόνιο, εξακολουθεί να έχει περισσότερη συγκριτικά με άλλα ξηρά δάση και σαβάνες, πράγμα που υποδηλώνει ότι το δάσος έχει μακροπρόθεσμη ανθεκτικότητα σε ξηρότερες ακόμη συνθήκες, λόγω της κλιματικής αλλαγής, αλλά με βαρύ τίμημα. Ο επικεφαλής της μελέτης που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Nature Ecology and Evolution, Πάμπλο Σάντσες Μαρτίνεθ, του Τμήματος Γεωεπιστημών του Πανεπιστημίου του Εδιμβούργου σημειώνει: «Τα ευρήματα υποδηλώνουν ότι ενώ ορισμένα τροπικά δάση μπορεί να είναι σε θέση να επιβιώσουν από παρατεταμένη ξηρασία που προκαλείται από την κλιματική αλλαγή, η ικανότητά τους να λειτουργούν τόσο ως ζωτικής σημασίας αποθήκη άνθρακα όσο και ως δεξαμενή άνθρακα θα μπορούσε να μειωθεί σημαντικά». Ο καθηγητής Πάτρικ Μέιρ, του ίδιου πανεπιστημίου, δηλώνει ταυτόχρονα ότι: «Οι οικολογικές αντιδράσεις στο κλίμα μπορούν να έχουν πολύ μεγάλες επιπτώσεις στο περιβάλλον μας, σε τοπικό και παγκόσμιο επίπεδο. Δεν μπορούμε να τις κατανοήσουμε και να τις προβλέψουμε χωρίς μακροπρόθεσμη συνεργατική έρευνα αυτού του είδους». Μπορεί να σας ενδιαφέρει: Καμπανάκι για τις μπανάνες: Η κλιματική αλλαγή απειλεί την επιβίωσή τους

Εντυπωσιακή μεταβολή στην Ανταρκτική: Ο πάγος επιστρέφει

Μια εντυπωσιακή μεταβολή καταγράφεται στην Ανταρκτική, από τη στιγμή που επιστήμονες του Πανεπιστημίου Tongji της Σαγκάης παρατηρούν ότι η ήπειρος τα τελευταία χρόνια αντιστρέφει την επί μακρόν πορεία απώλειας πάγου και κερδίζει ξανά παγετώνες σε επίπεδα-ρεκόρ. Η τάση συρρίκνωσης του πάγου που από το 2002 έως το 2020 σημείωνε ανησυχητικούς ρυθμούς, φαίνεται να ανατρέπεται απρόσμενα το 2021. Δείτε επίσης: ΑΔΜΗΕ – Terna συνεργάζονται για τη νέα ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδας – Ιταλίας Τα δεδομένα της μελέτης, μεταξύ 2021 και 2023, καταγράφουν ιδιαίτερα αυξημένη χιονόπτωση, η οποία συνέβαλε καθοριστικά στην επαναδημιουργία στρωμάτων νέου πάγου, και κατά συνέπεια μείωση του ρυθμού ανόδου της στάθμης της θάλασσας. Παρότι η παγκόσμια στάθμη των θαλασσών εξακολουθεί να αυξάνεται λόγω της υπερθέρμανσης των ωκεανών και του λιωσίματος παγετώνων, απειλώντας παράκτιες περιοχές, διαπιστώθηκε ότι αυτή η τριετής θετική αντιστροφή μείωσε την ετήσια άνοδο της στάθμης κατά σχεδόν 15%. Ας σημειωθεί ότι η Ανταρκτική έχανε περίπου 120 δισεκατομμύρια τόνους πάγου ετησίως για σχεδόν είκοσι χρόνια. Την περίοδο 2021-2023, η περιοχή ανέκτησε περίπου 108 δισεκατομμύρια τόνους πάγου κατ’ έτος, αντιστρέφοντας αιφνίδια το τοπίο. Ωστόσο, διευκρινίζεται ότι αν και αυτή η μεταβολή οφείλεται πιθανώς σε παροδικά καιρικά φαινόμενα, που ενδέχεται να αντιστραφούν εκ νέου στο μέλλον, πρέπει να ενταχθεί και να επανεκτιμηθεί στις μελέτες που διεξάγονται πάνω στο υπαρκτό φαινόμενο της υπερθέρμανσης του πλανήτη. Μπορεί να σας ενδιαφέρει: Επιστρατεύονται δορυφόροι για να παρακολουθούν την υγεία των κοραλλιογενών υφάλων

Καμπανάκι για τις μπανάνες: Η κλιματική αλλαγή απειλεί την επιβίωσή τους

Με τη μπανάνα να αποτελεί την τέταρτη σημαντικότερη καλλιέργεια τροφίμων, η νέα μελέτη αναδεικνύει τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης στις χώρες παραγωγής. Η αργή αλλά διαρκής περιβαλλοντική φθορά στη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική δημιουργεί ανησυχίες για την παγκόσμια επάρκεια. Πρόσφατη μελέτη εκτιμά ότι έως το 2080, σημαντικό ποσοστό των υφιστάμενων περιοχών καλλιέργειας μπανάνας στη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική – σχεδόν 66% – ενδέχεται να μην πληροί πλέον τις κλιματικές προϋποθέσεις για την υποστήριξη της παραγωγής. Οι αυξανόμενες θερμοκρασίες, η συχνότερη εμφάνιση ακραίων καιρικών φαινομένων και η εξάπλωση παρασίτων που συνδέονται με την κλιματική αλλαγή, επηρεάζουν αρνητικά βασικές χώρες παραγωγής μπανάνας, όπως η Γουατεμάλα, η Κόστα Ρίκα και η Κολομβία. Οι εξελίξεις αυτές οδηγούν σε μείωση των γεωργικών αποδόσεων και προκαλούν σοβαρές κοινωνικοοικονομικές επιπτώσεις στις αγροτικές κοινότητες της περιοχής, σύμφωνα με την πρόσφατη έκθεση της Christian Aid με τίτλο «Going Bananas: How Climate Change Threatens the World’s Favourite Fruit». Η μπανάνα είναι το πιο ευρέως καταναλισκόμενο φρούτο παγκοσμίως και η τέταρτη σημαντικότερη καλλιέργεια τροφίμων μετά τα σιτηρά, το ρύζι και το καλαμπόκι. Περίπου το 80% της παραγωγής διατίθεται για τοπική κατανάλωση, ενώ περισσότεροι από 400 εκατομμύρια άνθρωποι στηρίζονται διατροφικά σε αυτή, λαμβάνοντας από 15% έως 27% της ημερήσιας ενεργειακής τους πρόσληψης από το συγκεκριμένο φρούτο. Η συντριπτική πλειοψηφία των μπανανών που φτάνουν στα σούπερ μάρκετ παγκοσμίως, περίπου το 80%, προέρχεται από τη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική, περιοχές που είναι ιδιαίτερα ευάλωτες σε ακραία καιρικά φαινόμενα και καταστροφές από την κλιματική αλλαγή. Η καλλιέργεια, ωστόσο, αντιμετωπίζει σοβαρούς κινδύνους από την ανθρωπογενή κλιματική κρίση, που απειλεί μία κρίσιμη πηγή τροφής και τις ζωτικές ανάγκες των κοινοτήτων που δεν έχουν συμβάλει σημαντικά στις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου που προκαλούν την υπερθέρμανση του πλανήτη. Δείτε επίσης: Το Selina Paros εντάσσεται στον όμιλο HotelBrain “Η κλιματική αλλαγή σκοτώνει τις καλλιέργειές μας. Αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχει εισόδημα επειδή δεν μπορούμε να πουλήσουμε τίποτα. Αυτό που συμβαίνει είναι ότι η φυτεία μου πεθαίνει. Έτσι, αυτό που συμβαίνει είναι ο θάνατος”, ανέφερε η Aurelia Pop Xo, 53 ετών, καλλιεργήτρια μπανάνας στη Γουατεμάλα, στους ερευνητές της Christian Aid. Η μπανάνα Cavendish, όπως και άλλες ποικιλίες, είναι ευαίσθητο φρούτο και χρειάζεται θερμοκρασίες από 15 έως 35 βαθμούς Κελσίου για να αναπτυχθεί, καθώς και επαρκή νερό, αν και όχι σε υπερβολική ποσότητα. Η καταιγίδα αποτελεί κίνδυνο για τις μπανάνες, καθώς μπορεί να απομακρύνει τα φύλλα του φυτού, καθιστώντας τη φωτοσύνθεση πιο δύσκολη. Αν και είναι μόνο μία από τις εκατοντάδες ποικιλίες, αντιπροσωπεύει τη μεγάλη πλειοψηφία των εξαγωγών λόγω της εξαιρετικής γεύσης, της ανθεκτικότητας και της υψηλής απόδοσης. Η έλλειψη γενετικής ποικιλίας, ωστόσο, την καθιστά ιδιαίτερα ευάλωτη στις κλιματικές αλλαγές. Η κλιματική αλλαγή βλάπτει τις συνθήκες καλλιέργειας και συμβάλλει στην εξάπλωση μυκητιασικών ασθενειών που καταστρέφουν τις καλλιέργειες και τα μέσα διαβίωσης. Ο μύκητας των μαύρων φύλλων μπορεί να περιορίσει τη φωτοσύνθεση των φυτών μπανάνας κατά 80%, αναπτύσσεται σε υγρές συνθήκες και καθιστά τις μπανάνες ευάλωτες σε ακανόνιστες βροχοπτώσεις και πλημμύρες. Η αύξηση της θερμοκρασίας και η αλλαγή στα βροχολογικά πρότυπα επιδεινώνουν έναν άλλο μύκητα, το Fusarium tropical race 4, το οποίο μεταδίδεται από το έδαφος και καταστρέφει φυτείες Cavendish σε παγκόσμια κλίμακα. Η Christian Aid απαιτεί από τα πλούσια ρυπογόνα έθνη, που έχουν την κύρια ευθύνη για την κλιματική κρίση, να εγκαταλείψουν άμεσα τα ορυκτά καύσιμα και να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους για χρηματοδότηση, προκειμένου να βοηθήσουν τις κοινότητες να προσαρμοστούν στην κλιματική αλλαγή. Σύμφωνα με τον διευθυντή πολιτικής και εκστρατειών της Christian Aid, Osai Ojigho: “Οι μπανάνες δεν είναι μόνο το αγαπημένο φρούτο του κόσμου, είναι επίσης μια απαραίτητη τροφή για εκατομμύρια ανθρώπους. Πρέπει να αφυπνιστούμε για τον κίνδυνο που θέτει η κλιματική αλλαγή σε αυτή τη ζωτική καλλιέργεια” ενώ ο ίδιος προσθέτει ότι “Οι ζωές και τα μέσα διαβίωσης των ανθρώπων που δεν έχουν κάνει τίποτα για να προκαλέσουν την κλιματική κρίση απειλούνται ήδη.” Μπορεί να σας ενδιαφέρει: Ποιες προσαρμογές χρειάζονται τα θαλασσινά λόγω της κλιματικής αλλαγής

Έργο-μαμούθ για πυρηνικά απόβλητα στη Γαλλία – Κόστος έως 37,5 δισ. ευρώ

Το νέο έργο στη Γαλλία για την αποθήκευση πυρηνικών αποβλήτων εκτιμάται πλέον ότι θα κοστίσει μεταξύ 26 και 37,5 δισεκατομμυρίων ευρώ, σύμφωνα με δήλωση της εθνικής υπηρεσίας διαχείρισης πυρηνικών αποβλήτων — σημαντικά υψηλότερα από την αρχική πρόβλεψη των περίπου 25 δισεκατομμυρίων ευρώ. Το έργο, γνωστό ως Cigeo, βρίσκεται στην περιοχή Grand Est, στην ανατολική Γαλλία, ανάμεσα στις οινοπαραγωγικές πόλεις Ρεμς και Νανσί, και αναμένεται να αποτελέσει τον πρώτο μόνιμο χώρο αποθήκευσης πυρηνικών αποβλήτων της χώρας, σύμφωνα με το Reuters. Τα σχέδια για την υπόγεια αποθήκευση σε βάθος 500 μέτρων, με έναρξη εργασιών το 2027, έχουν προκαλέσει αντιδράσεις και διαμαρτυρίες από την τοπική κοινωνία. Έως το τέλος του έτους αναμένεται η έκδοση διατάγματος από το υπουργείο Βιομηχανίας, το οποίο θα καθορίζει οριστικά το κόστος του έργου και θα λειτουργεί ως σημείο αναφοράς μέχρι την επόμενη αξιολόγηση, σύμφωνα με την υπηρεσία διαχείρισης αποβλήτων Andra. Δείτε επίσης: Συνεργασία EY Ελλάδος και DefencEduNet για την αναβάθμιση δεξιοτήτων στον τομέα της Άμυνας Τόσο ο προϋπολογισμός όσο και η τοποθεσία του έργου τελούν υπό νέες αξιολογήσεις, οι οποίες πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί ως το τέλος του 2026. Η κατασκευή ενδέχεται να ξεκινήσει έως το 2027, εφόσον η αρμόδια γαλλική αρχή πυρηνικής ασφάλειας εγκρίνει την αίτηση, ενώ η πρώτη παραλαβή πυρηνικών αποβλήτων προβλέπεται για το 2050, με τον χώρο να έχει προβλεπόμενη διάρκεια λειτουργίας εκατό ετών, σύμφωνα με το Reuters. Η μελλοντική σημασία του έργου Cigeo στη Γαλλία Το έργο Cigeo αποτελεί ένα σημαντικό παράδειγμα συνδυασμού τεχνολογίας, ασφάλειας και περιβαλλοντικής ευθύνης, καθώς η Γαλλία επιδιώκει την κατασκευή ενός υπόγειου χώρου για τη μακροπρόθεσμη αποθήκευση πυρηνικών αποβλήτων. Παρά τις αντιρρήσεις της τοπικής κοινότητας, η Γαλλία επενδύει σε βιώσιμες λύσεις για την ασφαλή αποθήκευση των ραδιενεργών αποβλήτων, με σκοπό τη διασφάλιση των συμφερόντων των μελλοντικών γενεών. Η υλοποίηση του έργου είναι προγραμματισμένη για το 2027, με διάρκεια ζωής 100 ετών και με σημαντικές συνέπειες σε οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο. Μπορεί να σας ενδιαφέρει: Η Μολδαβία καταθέτει νέο νόμο με στόχο την ενεργειακή απόδοση

Η Μολδαβία καταθέτει νέο νόμο με στόχο την ενεργειακή απόδοση

Στη Μολδαβία, σύμφωνα με το ceenergynews.com, η βουλή ενέκρινε σχέδιο νόμου για την επικαιροποίηση του νόμου περί ενεργειακής απόδοσης του 2018, που αποβλέπει στην ενίσχυση επενδύσεων στην ενεργειακή απόδοση με τη βελτίωση του ισχύοντος νομικού πλαισίου. Σύμφωνα με το σχέδιο νόμου, ο κατάλογος των υπόχρεων μερών δεν θα εγκρίνεται πλέον από την κυβέρνηση, αλλά θα διαχειρίζεται και θα δημοσιεύεται από την Εθνική Υπηρεσία Ρύθμισης Ενέργειας (ANRE). Μία από τις βασικές αλλαγές αφορά τις εταιρείες τηλεθέρμανσης (προμηθευτές θερμικής ενέργειας) οι οποίες δεν θα υποχρεούνται πλέον να πληρούν ορισμένες υποχρεώσεις εξοικονόμησης ενέργειας, κάτι που θα συνέβαλε στη διατήρηση των λογαριασμών θέρμανσης σε προσιτές τιμές για νοικοκυριά συνδεδεμένα με κεντρικά συστήματα θέρμανσης. Μια άλλη αλλαγή αφορά τους εισαγωγείς καυσίμων, οι εισφορές των οποίων δεν θα βασίζονται στην ποσότητα που εμπορεύονται, αλλά στην πραγματική ποσότητα καυσίμων που εισάγουν. Δείτε επίσης: Συνεργασία Shell – Βουλγαρίας για ενέργεια Εκτός από τις συγκεκριμένες αλλαγές το σχέδιο προτείνει τη δημιουργία του Ταμείου Ενεργειακής Απόδοσης, το οποίο θα στηρίζει έργα εξοικονόμησης ενέργειας και ανανεώσιμων πηγών ενέργειας μέσω προγραμμάτων που διαχειρίζεται το Εθνικό Κέντρο Αειφόρου Ενέργειας (CNED). Επιπλέον το Ταμείο θα είναι επίσης σε θέση να προσφέρει οικονομικές εγγυήσεις και επιδότηση επιτοκίου για δάνεια που λαμβάνονται από ενώσεις ιδιοκτητών ακινήτων για την ανακαίνιση κτιρίων με στόχο την ενεργειακή απόδοση, ενώ οι ιδιοκτήτες κατοικιών θα διαθέτουν μεγαλύτερη ελευθερία επιλογής του εργολάβου που θα εκτελεί τις εργασίες ανακαίνισης, προφανώς εφόσον θα πληρούνται οι απαιτήσεις του προγράμματος επιδότησης «Green House». Επιπρόσθετα, οι δημοτικές αρχές θα πρέπει να καταρτίζουν ολοκληρωμένα σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα, ενώ διευρύνεται η πρόσβαση σε υπηρεσίες ενεργειακού ελέγχου, επιτρέποντας και σε μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς να τις προσφέρουν. Το νομοσχέδιο τείνει να απλοποιήσει τους κανόνες για τα μικρότερα κτίρια. Για κατοικίες κάτω των 250 τετραγωνικών μέτρων, δεν θα απαιτούνται πλέον ενεργειακοί έλεγχοι, ενώ για τα μεγαλύτερα κτίρια κατοικιών, ένα πιστοποιητικό ενεργειακής απόδοσης, σύμφωνα με τον νόμο του 2023, θα μπορούσε να αντικαταστήσει τον πλήρη έλεγχο, για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων. Μπορεί να σας ενδιαφέρει: Η Optimus Energy και η enspired ενώνουν δυνάμεις στον κλάδο της αποθήκευσης ενέργειας