financetrends.gr

Μοντέλο μηχανικής μάθησης (κλάδος της τεχνητής νοημοσύνης) δημιουργήθηκε στο πλαίσιο διπλωματικής εργασίας, στη Σχολή Αγρονόμων και Τοπογράφων Μηχανικών και Μηχανικών Γεωπληροφορικής του Εθνικού Μετσόβειου Πολυτεχνείου, και το οποίο είναι σε θέση να αναγνωρίζει με ακρίβεια πλατάνια που έχουν προσβληθεί από επικίνδυνο μύκητα, ο οποίος φαίνεται να απειλεί να νεκρώσει ολόκληρα δάση των υπεραιωνόβιων δέντρων κυρίως σε παραποτάμιες περιοχές.

Συγκεκριμένα, με βάση τις συντεταγμένες και τις δορυφορικές εικόνες υγιών και ασθενών δέντρων, αναπτύχθηκε αλγόριθμος προκειμένου να εντοπίζει τα μολυσμένα πλατάνια, σε συνάρτηση με την ύπαρξη ή μη συγκεκριμένων χαρακτηριστικών ευαίσθητων στις όποιες μεταβολές γίνονται στο φυτό. Με τη συγκεκριμένη μεθοδολογία, το μοντέλο της μηχανικής μάθησης μπορεί μελλοντικά να εφαρμόζεται σε άγνωστες περιοχές, με σκοπό τη χαρτογράφηση μεγαλύτερων εκτάσεων, επιτυγχάνοντας να γίνεται συντομότερα και ευκολότερα η επιτήρηση και παρακολούθηση ανάλογων ασθενειών στην επικράτεια.

Τα πλατάνια στον Αχέροντα

Η επινόηση και διαμόρφωση του μοντέλου οφείλεται στις παρατηρήσεις του Μάρκου Διαμαντόπουλου, απόφοιτου (σήμερα) της Σχολής Αγρονόμων και Τοπογράφων Μηχανικών και Μηχανικών Γεωπληροφορικής του Εθνικού Μετσόβειου Πολυτεχνείου, με καταγωγή από τα χωριά του Σουλίου, που ξεκίνησε από τα πλατάνια των παραποτάμιων εκτάσεων του ποταμού Αχέροντα και της λίμνης των Ιωαννίνων. Όπως ο ίδιος επισημαίνει : «Τα πλατάνια, ήδη από το 2010 είχαν αρχίσει να ξεραίνονται, επηρεάζοντας δραματικά τόσο το τοπίο όσο και την βιοποικιλότητα των περιοχών αυτών. Συγκεκριμένα, στην τοποθεσία μύλοι του Σουλίου, που αποτελούσε ένα μέρος απίστευτου φυσικού κάλλους και ομορφιάς, κάθε πλατάνι στην παραποτάμια έκταση νεκρώθηκε, δημιουργώντας έτσι μια εικόνα πολύ διαφορετική και θλιβερή.»

Σε συνεργασία με την επιβλέπουσα καθηγήτριά του Μαρία Παπαδοπούλου και τον επιβλέποντα καθηγητή Κωνσταντίνο Καράντζαλο από τη Σχολή Αγρονόμων και Τοπογράφων Μηχανικών (ο οποίος είναι σήμερα Γενικός Γραμματέας Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων) αποφάσισαν να διερευνήσουν, στο πλαίσιο της διπλωματικής του εργασίας, τη χωρική εξάπλωση του προβλήματος, προκειμένου να προταθεί ένα σχέδιο δράσης. Σε αυτή τους την προσπάθεια πολύτιμος συνεργάτης αποδείχθηκε το Ινστιτούτο Μεσογειακών και Δασικών Οικοσυστημάτων του ΕΛΓΟ Δήμητρα, που τους παρείχε γεωγραφικά δεδομένα και συντεταγμένες από συγκεκριμένες θέσεις, στις οποίες βρίσκονται μολυσμένα πλατάνια στην περιοχή της Σπερχειάδας, με βάση τους εργαστηριακούς ελέγχους που αφορούσαν το ριζικό τους σύστημα.

Απειλούνται οι πλάτανοι σε παραποτάμιες περιοχές και παραδοσιακά χωριά

Όπως επισημαίνει ο Μ. Διαμαντόπουλος: «Ο πλάτανος είναι ένα αιωνόβιο φυτό, το οποίο συναντά κανείς σε όλα τα μέρη της Ελλάδας, σε παραποτάμιες εκτάσεις και σε παραδοσιακούς οικισμούς. Είναι το φυτό που προκαλεί σκίαση, σηματοδοτεί τους χώρους συνάθροισης των μικρών κοινωνιών, ενώ πολλά παραδοσιακά μαγαζιά έχουν δημιουργηθεί γύρω από τον κεντρικό πλάτανο ενώ χωριού. Αυτό σημαίνει ότι η απώλεια τέτοιων δέντρων μπορεί να αλλοιώσει δραματικά το τοπίο».

Σημειώνεται επίσης ότι στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η δασοπόνος και ειδική επιστήμονας του Ινστιτούτου του ΕΛΓΟ Δήμητρα, Νικολέτα Σουλιώτη αναφέρει αντίστοιχες καταστροφές με εκείνες της περιοχής του Αχέροντα στις παραποτάμιες περιοχές του Λούρου (στην Ήπειρο), του Πηνειού (στη Θεσσαλία), του Κηρέα (στην Εύβοια) και του Σπερχειού (στη Στερεά Ελλάδα). Ο μύκητας, ισχυρίζεται έχει βρεθεί και στη Μακεδονία και συγκεκριμένα στις περιοχές της Κοζάνης, της Πιερίας, της Κατερίνης και της Νάουσας αλλά και στο Ωραιόκαστρο της Θεσσαλονίκης.

Ο μύκητας έφτασε πρώτη φορά στην Ευρώπη από τις ΗΠΑ στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο

«Ο μύκητας Ceratocystis platani, που προκαλεί την ασθένεια του μεταχρωματικού έλκους που πλήττει τα πλατάνια, ήρθε στην Ευρώπη από την Αμερική κατά τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο με ξύλινα κουτιά που περιείχαν πολεμοφόδια και ήταν κατασκευασμένα με μολυσμένη υλοτομία» υπογραμμίζει ο κ. Διαμαντόπουλος. Στην Ελλάδα, ο μύκητας εντοπίστηκε πρώτη φορά το 2003 και το 2004 στην Πελοπόννησο και συγκεκριμένα στις περιοχές της Μεσσηνίας και της Ηλείας, προερχόμενος πιθανώς από την Ιταλία. Από την πλευρά της, η κ. Σουλιώτη συμπληρώνει ότι «την περίοδο 2010 – 2011 σημειώθηκε μια δεύτερη είσοδος του μύκητα, αυτή τη φορά στην Ήπειρο και πιθανολογείται ότι η προέλευσή της ήταν η Αλβανία».

Η μετάδοση του μύκητα γίνεται με τη μολυσμένη υλοτομία, με το χαλίκι ή άλλα χωματουργικά υλικά κατά τη διάρκεια εργασιών, με μολυσμένα εργαλεία, όπως εκσκαφείς, κλαδευτήρια και πριόνια, αλλά και μέσω των ριζών, από το ένα δέντρο στο άλλο. Εφόσον εντοπιστεί εγκαίρως στα κλαδιά ενός πλατάνου, το δέντρο μπορεί να σωθεί, ωστόσο αν προχωρήσει στον κορμό, τότε επέρχεται η νέκρωση του φυτού και η μετάδοση του μύκητα στα γειτονικά.

Αντιμετώπιση του προβλήματος

Η κατάλληλη μεθοδολογία εντοπισμού των μολυσμένων πλατανιών είναι προφανώς καθοριστικής σημασίας καθώς, σύμφωνα με τον Βασίλη Ανδρώνη, διδάκτορα τηλεπισκόπησης στο Εργαστήριο Τηλεπισκόπησης του Μετσόβειου Πολυτεχνείου που συνεργάστηκε με την ομάδα, «η μεθοδολογία που αναπτύχθηκε αποτελείται από ένα στατιστικό μοντέλο μηχανικής μάθησης που εκπαιδεύτηκε σε μολυσμένα δείγματα και μας βρίσκει νέα δείγματα που μπορεί να είναι μολυσμένα…Κάτι τέτοιο θα ήταν πολύ καλό να εφαρμοστεί και ευρύτερα»

Από την πλευρά της, η κ. Σουλιώτη θεωρεί θετικό το ότι η σχετική νομοθεσία για τον μύκητα ορίζει ότι οποιοσδήποτε επιθυμεί να κάνει οτιδήποτε σε μια θέση με πλατάνια σε μια πλατεία χωριού ή στο φυσικό οικοσύστημα, θα πρέπει πρώτα να ζητήσει άδεια από την τοπική δασική υπηρεσία, η οποία και θα ελέγξει για ύπαρξη τυχόν παθογόνου : «Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με την απολύμανση όλων των εργαλείων και μηχανημάτων μπορεί να βοηθήσει στη μείωση της παρουσίας του παθογόνου, απαιτεί όμως συνεργασία για την τήρηση όλων των φυτοϋγειονομικών πρωτοκόλλων στην πράξη» .

Από τη στιγμή που εντοπιστούν εστίες μόλυνσης, προβλέπεται η μαζική αφαίρεση των δέντρων, η καταστροφή του υλικού, το οποίο είτε θα αφαιρεθεί μέσω υγειονομικής ταφής είτε θερμικής καταστροφής, αλλά υπάρχει και η δυνατότητα παραγωγής προϊόντων ξύλου ή πέλετ από ειδικές εταιρείες διαχείρισης ξυλείας με θερμικό τρόπο, που διασφαλίζει την καθαρότητα του υλικού, το οποίο δεν είναι μολυσματικό. Σημειώνεται ακόμη ότι σε κάθε περίπτωση, ο εθνικός συντονιστής για θέματα φυτοϋγείας είναι τα υπουργεία Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και Ενέργειας και Περιβάλλοντος.