financetrends.gr

Ο φιλόδοξος στόχος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, net zero έως το 2050, αποτελεί μια από τις σημαντικότερες προκλήσεις. Η απαλλαγή από τις εκπομπές των μεταποιητικών βιομηχανιών, ήτοι το 27% των συνολικών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου της ΕΕ το 2021, σε έναν τομέα απολύτως εξαρτώμενο από τα ορυκτά καύσιμα, ο εξηλεκτρισμός έχει αναδειχθεί ως βασική εναλλακτική για τη μείωση των εκπομπών και την απεξάρτηση από εισαγόμενα καύσιμα.

Το Enel σε συνεργασία με την Compass Lexecon και την ERCST διεξήγαγε μελέτη, αξιολογώντας το τεχνικό και οικονομικό δυναμικό του βιομηχανικού εξηλεκτρισμού, η οποία εντοπίζει ό,τι παρακωλύει την προώθηση των διπλών στόχων της ΕΕ, απαλλαγή από τον άνθρακα και ενίσχυση της παγκόσμιας ανταγωνιστικότητας, προτείνοντας παράλληλα προοπτικές πολιτικής.

Σύμφωνα με τα ευρήματα της μελέτης αναμένεται ότι μέχρι το 2035, ο άμεσος εξηλεκτρισμός θα είναι τεχνικά διαθέσιμος σε ευρεία κλίμακα για τουλάχιστον το 90% των βιομηχανικών διεργασιών, περιλαμβάνοντας τους πιο ενεργοβόρους, αλλά και άλλους βασικούς βιομηχανικούς τομείς, χημικά, σίδηρο και χάλυβα, αλουμίνιο, γυαλί, τσιμέντο, τρόφιμα και ποτά, χαρτί και χαρτοπολτό.

Επισημαίνεται ότι η υιοθέτηση ηλεκτρικών λύσεων στις βιομηχανικές διεργασίες δημιουργεί ευκαιρίες για ανταγωνιστικά οφέλη, αξιοποιώντας την άφθονη και οικονομικά προσιτή ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές, ενδεχόμενο που συμβάλει στη μείωση του λειτουργικού κόστους και την αύξηση της αποδοτικότητας και κατ’ επέκταση της ανταγωνιστικότητας, καθοριστικό παράγοντα τόσο για τους καταναλωτές όσο και τους φορείς που σχεδιάζουν και χαράσσουν πολιτική.

Επισημαίνεται ακόμη ότι η οικονομική σκοπιμότητα κατανέμεται άνισα μεταξύ των τομέων. Δεδομένου ότι ορισμένοι κλάδοι μπορούν να λειτουργήσουν με ηλεκτρικές τεχνολογίες, ήδη ανταγωνιστικές όσον αφορά το CAPEX (κεφαλαιουχικές δαπάνες) ή/και το OPEX (λειτουργικές δαπάνες), άλλοι τομείς αδυνατούν να αντεπεξέλθουν σε σχέση με τις υφιστάμενες τεχνολογίες ορυκτών καυσίμων. Προφανώς για ορισμένες βιομηχανίες, όπως το τσιμέντο και το γυαλί, η επίτευξη της χρήσης ηλεκτρικού προϋποθέτει κίνητρα CAPEX και OPEX ή άλλα υποστηρικτικά μέτρα, όπως ορισμένα εμπορικά μέτρα. Ωστόσο, οι τομείς που απαιτούν χαμηλότερες θερμοκρασίες για τις διαδικασίες θέρμανσής τους, έχουν πλεονεκτήματα κατά τη μετάβαση από το φυσικό αέριο σε ηλεκτρικές λύσεις, όπως, τα τρόφιμα, τα ποτά, το χαρτί που βασίζονται σε διεργασίες χαμηλής έως μέσης θερμοκρασίας, αφού μπορούν ήδη να χρησιμοποιήσουν ανταγωνιστικές λύσεις, όπως αντλίες θερμότητας ή ηλεκτρικούς λέβητες.

Η μελέτη διακρίνει τα ακόλουθα κωλύματα που παρεμποδίζουν την ευρεία υιοθέτηση ηλεκτρικών λύσεων:

1. Οικονομικά εμπόδια: Οι υψηλές αρχικές επενδύσεις και το λειτουργικό κόστος συχνά καθιστούν τις ηλεκτροδοτούμενες λύσεις σχετικά μη ανταγωνιστικές, συγκρίνοντας τες με τις εναλλακτικές λύσεις που βασίζονται στα ορυκτά καύσιμα, ιδίως στις ενεργοβόρες βιομηχανίες.

2. Τεχνολογικά: Ορισμένες βιομηχανικές διεργασίες προϋποθέτουν εξαιρετικά υψηλές θερμοκρασίες ή συνεχή παροχή ενέργειας, τις οποίες εξακολουθούν να μην παρέχουν αποτελεσματικά οι υπάρχουσες τεχνολογίες παροχής ηλεκτρικού.

3. Κενά στις υποδομές: Η ανομοιογενής διαθεσιμότητα αξιόπιστης και οικονομικά προσιτής ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στην ΕΕ, που προϋποθέτουν σημαντικές αναβαθμίσεις των ηλεκτρικών δικτύων για να αντιμετωπιστεί η αυξημένη ζήτηση σε συγκεκριμένες περιοχές.

4. Ρυθμιστικά και πολιτικά εμπόδια: Οι ασυντόνιστες πολιτικές, η αργή εφαρμογή των οδηγιών και η έλλειψη σαφών κινήτρων.

Σύμφωνα με τα πορίσματα της μελέτης, ενώ ο εξηλεκτρισμός προσφέρει μακροπρόθεσμα οφέλη, οι βιομηχανίες οφείλουν να παραμείνουν ανταγωνιστικές βραχυπρόθεσμα. Επικρέμαται το ενδεχόμενο για τομείς με υψηλό ενεργειακό κόστος, η μετάβαση σε ηλεκτρικές λύσεις χωρίς επαρκή υποστήριξη, να υπονομεύσει την ανταγωνιστικότητα και να οδηγήσει την παραγωγή εκτός ΕΕ.

Η παρέμβαση πολιτικής είναι προφανώς απαραίτητη για την επιτάχυνση του βιομηχανικού εξηλεκτρισμού με παράλληλη διατήρηση της ανταγωνιστικότητας. Η ηγετική θέση της ΕΕ στον τομέα του κλίματος μπορεί να διασφαλιστεί μέσω του εξηλεκτρισμού που παρέχει τη δυνατότητα στις βιομηχανίες να καινοτομούν, να μειώνουν το ενεργειακό κόστος και να αυξάνουν την ενεργειακή ασφάλεια, ενισχύοντας παράλληλα την ανθεκτικότητα έναντι εξωτερικών προκλήσεων. Η ΕΕ μπορεί να δώσει το παράδειγμα, υπογραμμίζοντας ότι η απαλλαγή της βιομηχανίας από τις εκπομπές άνθρακα δεν είναι απλώς μια αναγκαιότητα για την επίτευξη των κλιματικών στόχων, αλλά μια στρατηγική ευκαιρία για να παραμείνει ανταγωνιστική στην παγκόσμια σκηνή.

Σύμφωνα με τη μελέτη, οι τεχνολογίες για την ηλεκτροδότηση των βιομηχανιών της ΕΕ είναι εφικτές και τα οφέλη είναι σημαντικά, αν και απαιτείται συντονισμένη δράση για αντιμετώπιση των εμποδίων, παρέχοντας στις βιομηχανίες τα εργαλεία και τα κίνητρα που χρειάζονται για να επενδύσουν στον εξηλεκτρισμό. Οι ενδεδειγμένες πολιτικές -επιτάχυνση της ανάπτυξης και της ευελιξίας των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, εισαγωγή στοχευμένων μηχανισμών στήριξης και ενίσχυση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας- μπορεί να επιτρέψουν την επίτευξη των κλιματικών στόχων, τη διασφάλιση των βιομηχανιών της ΕΕ για το μέλλον, τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, αλλά την παγκόσμια μετάβαση προς μια βιώσιμη οικονομία.